Ένα μοναδικό βιβλίο για τον μεγάλο αγιογράφο - ψηφιδογράφο Β. Τσοτσώνη

22/5/2017
Οι Εκδόσεις του Φοίνικα παρουσιάζουν τον τόμο Βλάσης Τσοτσώνης, Τοιχογραφίες και Ψηφιδωτά. Πρόκειται για μία εξαιρετικά φροντισμένη έκδοση που αναδεικνύει την εργασία του γνωστού ζωγράφου και αγιογράφου Βλάση Τσοτσώνη σε σημαντικούς χριστιανικούς ναούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο Β. Τσοτσώνης, αγιογράφος - ψηφιδογράφος (με σπουδές στην τεχνική και την αισθητική του ψηφιδωτού στην περίφημη Scuola Mosaicisti del Friuli του Σπιλιμπέργκο στην Ιταλία) και ζωγράφος, ισορροπώντας συχνά μεταξύ της αγιογραφίας και της κοσμικής ζωγραφικής, έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής του πορείας στην αγιογράφηση σημαντικών ιστορικών μνημείων και σύγχρονων ορθόδοξων ναών στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ταυτόχρονα έχει επιδείξει και μια σύγχρονη κοσμική δημιουργία με βυζαντινότροπες φόρμες.

Εκτός από τις αγιογραφικές και ψηφιδωτές συνθέσεις ο καλλιτέχνης παρουσίασε για πρώτη φορά το 1998 μια σειρά αγγέλων ζωγραφισμένων σε πλεξιγκλάς, με διακοσμητικές ξυλόγλυπτες βάσεις (υάκινθοι). Ο πρωτότυπος συνδυασμός ενός σύγχρονου υλικού υποδοχής και ενός θέματος που έλκει τη φόρμα του από τη βυζαντινή τέχνη καταλήγει σε ένα σύγχρονο έργο, που θα προσδώσει έκτοτε στον δημιουργό του ένα αναγνωρίσιμο αισθητικό στίγμα, καθώς και τον εύστοχο χαρακτηρισμό του «Ζωγράφου των Αγγέλων». Τα συγκεκριμένα έργα εντάσσονται πλέον σε μια σύγχρονη κοσμική θεματική, όπου τίθεται το μεταφυσικό ερώτημα της θέσης του ανθρώπου έναντι του θανάτου. Οι άγγελοι του Β. Τσοτσώνη, εγκαταλείποντας τη «νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια και ασώματη» φύση τους, αποκτούν ιδανικές μορφές και ευαγγελίζονται τη σωτηρία του ανθρώπου μέσα σε μια απρόσμενη μεταφορική αντιπαράθεση, όπου κυριαρχεί το φως μιας υπαρξιακής κοσμοθεωρίας που έχει την αφετηρία της στη χριστιανική Ορθοδοξία.
Στα κοσμικά έργα του ζωγράφου εντάσσονται και οι δύο μεγάλες ψηφιδωτές συνθέσεις που κοσμούν από το 1999 την είσοδο του γραφείου του Δημάρχου στο Δημαρχείο των Αθηνών, με θέματα τη θεά Αθηνά - Ειρήνη του Κόσμου και τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, προστάτη και πολιούχο της πόλεως. Αποτελούν τα δύο μέρη ενός έργου που καλύπτει χρονικά την ιστορία της πόλης, από το μυθολογικό της παρελθόν έως τους νεότερους χρόνους. Ο Β. Τσοτσώνης ακολουθεί το έργο των Φ. Κόντογλου και Γ. Γουναρόπουλου –που είχαν κοσμήσει το Δημαρχιακό Μέγαρο στα τέλη της δεκαετίας του 1930– επιλέγοντας να αναμετρηθεί με μια απαιτητική τεχνική, αυτή του ψηφιδωτού, και να δώσει ένα έργο συναφούς θεματικής αλλά διαφορετικής τεχνοτροπίας.

Στο αγιογραφικό του έργο, στο οποίο επικεντρώνεται η παρούσα έκδοση, ο Β. Τσοτσώνης, με πηγαίο ταλέντο και έμπνευση, θεωρητική κατάρτιση και μεθοδική και άρτια εκτέλεση, παρουσιάζει δημιουργίες που χαρακτηρίζονται από ανανεωτική πνοή. Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς πώς καταφέρνει ο δημιουργός να ξεπεράσει τους αυστηρούς περιορισμούς των εικονογραφικών τύπων και να παρουσιάσει ένα νέο ύφος. Μελετώντας κανείς τις επιφάνειες των ναών, των παρεκκλησίων καθώς και των υπόλοιπων χώρων που χρόνια τώρα ιστορεί, παρατηρεί το ζωγραφικό του στίγμα, διακριτό και στον πιο ανύποπτο θεατή. Στη δημιουργία αυτού του ξεχωριστού ύφους εντοπίζουμε τρία στοιχεία που χαρακτηρίζουν το έργο του: την ξεκάθαρη φόρμα και τη δύναμη του χρώματος, την τονισμένη λειτουργία του φωτός, καθώς και τις ευρηματικές εικονογραφικές λύσεις, που περιλαμβάνουν στοιχεία από την τοπική ιστορία. Με αυτά τα μέσα ο Β. Τσοτσώνης αποβλέπει στο να μεταφέρει, μέσω της αγιογραφίας, την οπτική έκφραση του βιώματος του πιστού, ώστε αυτή να αποτελέσει τη μαρτυρία της ζώσας Εκκλησίας του Χριστού.
Αναλυτικότερα, μπορούμε να παρακολουθήσουμε, από τα προκαταρκτικά σχέδια έως την τελική σύνθεση, το στιβαρό σχέδιο, που επιτυγχάνει να δώσει μια ισορροπημένη σχέση μεταξύ των μορφών, καθώς και τη χρήση μιας χαρακτηριστικής χρωματικής παλέτας, που σε ένα βαθμό θα μπορούσαμε να πούμε ότι τοποθετείται «εκτός παράδοσης». Η αγάπη του καλλιτέχνη για το κόκκινο χρώμα (καρμίνα) και το βιολετί συνδέεται σαφώς με την πρόθεση να δημιουργήσει ένα χρωματικό περιβάλλον που, μαζί με το σίγουρο και πειθαρχημένο σχέδιο, θα ελκύσει το βλέμμα του πιστού και θα εγείρει το συναίσθημα. Η συχνή χρήση τους ως ιδιαίτερων χρωματικών στοιχείων έχει, επίσης, ως αποτέλεσμα την άμεση αναγνώριση του ζωγραφικού ύφους του δημιουργού. Η χρωματική πανδαισία στη ζωγραφική του προσδίδει στα αναγνωρίσιμα πρότυπα της βυζαντινής παράδοσης μια νέα δυναμική που αποποιείται τη βαρύτητα της μνημειακότητας.
Η χρωματική γκάμα που επιλέγει ο αγιογράφος συνεργάζεται με την περίσσεια φωτός στις τοιχογραφικές παραστάσεις που φιλοτεχνεί. Συνδέεται τόσο με την προσωπική του αναζήτηση, καθώς πορεύεται «από το σκοτάδι στο Φως», όσο και με την ορθόδοξη θεολογία. Ως αποτέλεσμα, σε πλείστες συνθέσεις του, οι λαμπερές ανταύγειες του χρυσού βάθους και των φωτοστέφανων, τα ψιμύθια στα πρόσωπα και τα λάμματα στα ενδύματα παραπέμπουν στο «Άκτιστο Φως» του Θεού και εντείνουν την αίσθηση της παρουσίας του.
Το έργο του Β. Τσοτσώνη υπομνηματίζει πιστά τα ιερά κείμενα και τις Γραφές. Ταυτόχρονα, ο αγιογράφος αναζητεί συνθετικά στοιχεία για να συνδέσει την εικονογραφία με τον σύγχρονο κόσμο. Ως αποτέλεσμα, εντάσσει συχνά ένα νέο «σκηνικό» πλαίσιο μέσω του οποίου προβάλλει την τοπική ιστορία και τη συνδέει με την πίστη. Έχει πλήρη αντίληψη της σημαντικής λειτουργίας του οπτικού στοιχείου στον χώρο. Η ενσωμάτωση εικόνων της συλλογικής εμπειρίας των πιστών στις παραστάσεις αποσκοπεί στο να ενισχύσει τη συμμετοχική παρουσία τους. Οι σκηνές που ζωγραφίζει ο Β. Τσοτσώνης, εκτός από τις μορφές των αγίων και των αγγέλων, περιλαμβάνουν νεομάρτυρες και φυσικά τοπόσημα, που ενισχύουν την αίσθηση των πιστών ότι αποτελούν μέλη της ίδιας κοινότητας. Στο πλαίσιο αυτό καταφέρνει να εντάξει την παράδοση του τόπου στο εκάστοτε εικονογραφικό πρόγραμμα.
Ο ζωγράφος κάνει αναφορά στην πλούσια λαϊκή παράδοση μελετώντας προγενέστερους εικονογραφικούς τύπους και αναδιφώντας στις κειμενικές πηγές, από τις οποίες αντλεί την έμπνευση. Αξιοποιεί παράλληλα τη σχεδιαστική του δεινότητα, έχοντας πλήρη έλεγχο των εκφραστικών του μέσων. Ως αποτέλεσμα, οι κατάγραφες επιφάνειες ζωντανεύουν και με εύληπτο τρόπο αφηγούνται την ορθόδοξη πίστη και την ιστορία του Ελληνισμού.
Στις πολυπρόσωπες συνθέσεις του καλλιτέχνη, με το λιτό, στιβαρό σχέδιο και τα εκφραστικά πρόσωπα, σπάνια παρατηρείται το στοιχείο της υπερβολής, παρά μόνο για να τονιστεί η υπέρβαση, ενώ ο πλούσιος σκηνικός διάκοσμος επιτρέπει την ενίσχυση της αφηγηματικότητας. Η επιλογή των χρωμάτων του ξεφεύγει από τα αναμενόμενα γαιώδη και περιλαμβάνει ενδιάμεσα και συμπληρωματικά. Σε συνδυασμό με τον έντονο συμβολισμό του χρυσού και την ανάδειξη της καρμίνας και της βιόλας, το χρωματικό αποτέλεσμα γίνεται πιο φωτεινό και αποκτά θριαμβευτικό χαρακτήρα προς δόξαν Θεού. Κάθε έργο του χαρακτηρίζεται από μοναδικότητα, στην οποία συμβάλλουν η αρχιτεκτονική και η ιστορία.
Ο Β. Τσοτσώνης διακονεί την ιερή τέχνη της αγιογραφίας με καλλιτεχνική δεξιότητα και απαράμιλλη τεχνική. Στηρίζεται στα γερά θεμέλια της ορθόδοξης θεολογίας, σχεδιάζοντας και εκτελώντας εικονογραφικά προγράμματα που συνδέουν το εκκλησίασμα των ναών που ιστορεί με τη ζώσα παράδοση της Εκκλησίας. Δομεί όλη την καλλιτεχνική του δραστηριότητα γύρω από την προσέγγιση του θείου από τον άνθρωπο.
Το έργο του, συνδεόμενο με το παρόν, δανείζεται στοιχεία από τη νεοελληνική τέχνη και ανασύρει προσωπικές μνήμες, διαθέτοντας πρωτοτυπία και φρεσκάδα, ενώ δονείται από ζωή και πίστη. Εντάσσεται στην αισθητική παράδοση του τόπου με τη μελετημένη ισορροπία των θεμάτων και τον ορθό τρόπο απεικόνισης του υπερβατικού.

Η παρούσα έκδοση, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του Μπάμπη Λέγγα, διαρθρώνεται σε δύο μέρη:
Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει προλογικό κείμενο του π. Σταμάτη Σκλήρη και εισαγωγικό κείμενο της ιστορικού Τέχνης Μίρκας Παλιούρα, όπου παρουσιάζονται τα βασικά στοιχεία που διακρίνουν τη δουλειά του Β. Τσοτσώνη και σχολιάζονται επιλεκτικά ορισμένα από τα έργα που περιλαμβάνονται στον τόμο.
Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τις φωτογραφικές αναπαραγωγές των έργων –τοιχογραφιών και ψηφιδωτών συνθέσεων– που συγκροτούν δέκα αυτοτελείς ενότητες, αντίστοιχες των μνημείων στα οποία πραγματοποιήθηκαν. Συγκεκριμένα:
• Τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα
Ο Ναός αποτελεί την έδρα του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, το οποίο, επί πατριαρχίας Διοδώρου Α΄, ανέθεσε το 1987 στον Β. Τσοτσώνη να αγιογραφήσει τον τρούλο και να φιλοτεχνήσει την ψηφιδωτή σύνθεση Αποκαθήλωση - Μυρισμός - Ενταφιασμός, που τοποθετήθηκε στην είσοδο του Καθολικού.
• Τις Ι. Μονές των α) Αγίου Στεφάνου, β) Ρουσάνου και γ) Μεγάλου Μετεώρου των Μετεώρων
α) Το σημερινό Καθολικό της Ι.Μ. Αγ. Στεφάνου, είναι αφιερωμένο στον Αγ. Χαράλαμπο, ανεγέρθηκε το 1798 . Μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σωζόταν παράσταση του Παντοκράτορα και των τεσσάρων Ευαγγελιστών στον τρούλο. Μετά τη γενική επισκευή του ναού το 1972 και με την έγκριση των αρμοδίων οργάνων του Υπουργείου Πολιτισμού άρχισε νέα αγιογράφηση από τον Β. Τσοτσώνη.
β) Η γυναικεία Μονή Ρουσάνου, στο μέσον περίπου της βραχοπολιτείας των Μετεώρων, καλύπτει όλη την επιφάνεια του δυσπροσπέλαστου βράχου πάνω στον οποίο έχει ανεγερθεί τον 14 ο αιώνα ο πρώτος ναός αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.
Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν στη Μονή από την πολύδραστη αδελφότητα, και με την καθοδήγηση της Ηγουμένης Φιλοθέης, τα εσωτερικά παρεκκλήσια της Αγίας Βαρβάρας (1991) και του Γενεσίου της Θεοτόκου (2004). Το δεύτερο παρεκκλήσιο έχει αγιογραφήσει ο Β. Τσοτσώνης.
γ) Στο δυτικό τμήμα της Μοναστικής Πολιτείας των Βράχων ανήκει η ανδρική Ι. Μ. της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, η επονομαζόμενη και Μεγάλο Μετέωρο, η παλαιότερη και μεγαλύτερη από τις μονές των Μετεώρων.
Μεταξύ των σημαντικών αναστηλωτικών εργασιών στη Μονή, από ηγουμενίας Αθανασίου Αναστασίου και με σημαντική συμβολή του αρχιτέκτονα Σωτήρη Τζήμα, αναστηλώθηκε και το παλαιό γηροκομείο-νοσοκομείο (2006), όπου λειτουργεί σήμερα, υπό την εποπτεία του ηγουμένου Νήφωνος, το Μουσείο βυζαντινών και μεταβυζαντινών κειμηλίων και ιερών σκευών της Μονής. Εκεί, εκτός από φορητές είκόνες (14ου-16ου αι.), εξαίρετα δείγματα χρυσοκεντητικής, έργα μικροτεχνίας και ξυλογλυπτικης και ιερά σκεύη, εκτίθενται πολύτιμοι χειρόγραφοι κώδικες, σημαντικά παλαίτυπα και ιστορικά έγγραφα στην Αίθουσα «Δημητρίου Ζ. Σοφιανού».
Στις κόγχες της συγκεκριμένης αίθουσας ο Β. Τσοτσώνης έχει φιλοτεχνήσει τρείς αγιογραφικές παραστάσεις και στην Αίθουσα Θεολογικής και ιστορικής Πινακοθήκης «Γεώργιος Τσιουλάκης», στην αναστηλωμένη παλαιά Τράπεζα της Μονής, δύο θέματα (Αγιο Μανδήλιο και Παναγία). Επίσης, στο βόρειο τοίχο, εξωτερικά, τη μεγάλη παράσταση με Προφήτες και αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, καθώς και εννέα πίνακες με Νεομάρτυρες στην ανατολική πλευρά του πρώτου ορόφου του Μουσείου. Τέλος, έχει φιλοτεχνήσει στο Λαογραφικό Μουσείο η Αίθουσα «Κωνσταντίνος Μαντζάνας» ζωγραφικές και ψηφιδωτές παραστάσεις που σχετίζονται με τη βυζαντινή και την εκκλησιαστική ιστορία.
• ΤηνΙ. Μ. Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου Λυκόβρυσης Αττικής
Η Ιερά Μονή Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου είναι η πρώτη που αφιερώθηκε στη μνήμη της Οσίας Ειρήνης, ηγουμένης της μονής Χρυσοβαλάντου στην Κωνσταντινούπολη κατά το δεύτερο μισό του 9ου και τις αρχές του 10ου αιώνα.
Η Μονή εξακολουθεί μέχρι σήμερα να ακτινοβολεί με την πολύδραστη παρουσία της. Στο πλαίσιο της αγιογράφησης του νέου Καθολικού, ο Βλάσης Τσοτσώνης φιλοτέχνησε τον εξ ολοκλήρου ψηφιδωτό του διάκοσμο, με τους συνεργάτες του από τη Scuola Mosaicisti del Friuli του Σπιλιμπέργκο της Ιταλίας και με εμπνευστή του εικονογραφικού προγράμματος τον Γέροντα Γαβριήλ, μεταξύ των ετών 1983-1988.
• Την Ι. Μ. Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αγίου Γεωργίου Νηλείας Πηλίου
Η Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών βρίσκεται στη νότια πλαγιά του Πηλίου, μεταξύ των γραφικών χωριών Αγίου Γεωργίου και Αγίου Βλασίου και με θαυμάσια θέα στον Παγασητικό κόλπο. Ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα, καταστράφηκε από Καταλανούς επιδρομείς το 1310 μ.Χ. και επανιδρύθηκε σε παρακείμενη ψηλότερη θέση τον 14ο αι. από Αγιορείτες μοναχούς με καταγωγή από τον Άγιο Γεώργιο Νηλείας.
Στο Καθολικό ο Βλάσης Τσοτσώνης έχει αγιογραφήσει τον τρούλο, το ιερό και το δεξιό χορό, συμπεριλαμβάνοντας στρατιωτικούς Αγίους και μάρτυρες.

Καθώς και τους Ιερούς Ναούς
• Αγίου Γεωργίου Χαλανδρίου
Στο δυτικό μέρος του Νεκροταφείου του Δήμου Χαλανδρίου εντοπίζεται ο παλαιός ιστορικός ναός του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος φέρει στην τοιχοποιία του εντοιχισμένα αρχαία σπαράγματα. Η οικοδόμησή του έγινε πιθανότατα πάνω σε αρχαίοΤαυροβόλιο, αρχαιοελληνικό βωμό συνδεόμενο με θρησκευτική τελετή της περιοχής της αρχαίας Φλύας στην Αττική, που περιελάμβανε και θυσία ταύρου προς τιμήν της Κυβέλης.
Σήμερα η συνολική έκταση του ναού και των υπόλοιπων χώρων για τις λατρευτικές ανάγκες των πιστών φτάνει τα 1.700 τετραγωνικά μέτρα.
Το 1999 έγιναν τα εγκαίνια του ναού από τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χριστόδουλο, ενώ από το 2000 ο Βλάσης Τσοτσώνης άρχισε την αγιογράφηση, που συνεχίζεται ως σήμερα.
• Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Γλυφάδας
Μεταξύ των ετών 2006-2010 πραγματοποιήθηκε ριζική ανακαίνιση στο ναό με πρωτοβουλία του πρώτου Μητροπολίτη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης κ. Παύλου, με δαπάνες του Αθανασίου Μαρτίνου και της οικογένειάς του, στη μνήμη της κόρης του Αθηνάς. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης, εκτός από τις εργασίες στήριξης και την προσθήκη σολέα, ο ναός κοσμήθηκε με τοιχογραφίες και ψηφιδωτές παραστάσεις από τον Βλάση Τσοτσώνη σε συνεργασία με τον ψηφοθέτη Rino Pastorutti από τη Scuola Mosaicisti del Friuli του Σπιλιμπέργκο της Ιταλίας.
• Αγίας Παρασκευής Μετσόβου
Τα ψηφιδωτά που κοσμούσαν το ναό, αντίγραφα ψηφιδωτών του Μαυσωλείου της Galla Placidia στη Ραβέννα (5ος αι. μ.Χ.), μεταφέρθηκαν στο εκκλησιαστικό μουσείο που λειτουργεί σε παρακείμενη αίθουσα. Η ανάγκη της απομάκρυνσης των ψηφιδωτών προέκυψε λόγω της σύγχρονης αγιογράφησης του ναού από τον Β. Τσοτσώνη.
• καιτον ναό-βαπτιστήριοΑγίας Λυδίας Φιλίππων.
Ο ναός κοσμείται με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, έργα του Β. Τσοτσώνη και των συνεργατών του ψηφoθετών Rino Pastorutti και Giovanni Travisanutto. Στο εικονογραφικό πρόγραμμα που σχεδίασε παρατηρούνται ορισμένες ιδιορρυθμίες. Συγκεκριμένα, στον τρούλο του Βαπτιστηρίου, αντί του αναμενόμενου Παντοκράτορα τοποθετείται ψηφιδωτή παράσταση της Βαπτίσεως του Κυρίου και στην κόγχη του Ιερού, αντί της Πλατυτέρας, τοποθετείται επίσης ψηφιδωτή παράσταση με την Παναγία ως Ζωοδόχο Πηγή. Ξεχωριστή είναι η ψηφιδωτή παράσταση στο δάπεδο του ναού, όπου απεικονίζεται σχεδιαστικά η περιοδεία του Αποστόλου Παύλου στον Ελλαδικό χώρο.
Οι υπόλοιπες τοιχογραφικές παραστάσεις εντοπίζονται στη βάση του οκταγώνου του τρούλου, στην οροφή και στο νάρθηκα.
Εκτός από το ναό, καθιερώθηκε Βαπτιστήριο σε σχήμα σταυρού, όμοιο με αντίστοιχα σωζόμενα στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές των Φιλίππων, που λειτουργεί στην παρακείμενη όχθη του ποταμού Ζυγάκτη, τόπου βαπτίσεως της Αγίας Λυδίας. Της πρώτης χριστιανής της Δύσης που βαπτίσθηκε από τον Απόστολο Παύλο, σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά.

Σε κάθε ενότητα προηγείται μικρής εκτάσεως κείμενο που περιλαμβάνει συνοπτικά ιστορικά στοιχεία που αφορούν τη μονή ή τον ναό.
Η εξαιρετική φωτογραφική αναπαραγωγή των έργων από τον φημισμένο Ιταλό φωτογράφο ElioCiol και τον Γιώργο Κουντούρη και η άρτια απόδοσή τους, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη βιβλιοδεσία με χρυσό ύφασμα και λιτό σχεδιαστικά κάλυμμα (με στοιχεία από τη βυζαντινή βιβλιοδεσία), συμβάλλουν στη δημιουργία μιας έκδοσης υψηλής αισθητικής.

Σχήμα: 29x31
Σελίδες: 300
Τιμή: 80 ευρώ

Τέλος, οι Εκδόσεις του Φοίνικα έχουν την τιμή να σας καλέσουν στην παρουσίασή του την Πέμπτη 1η Ιουνίου 2017 στην κεντρική αίθουσα της Παλαιάς Βουλής (Σταδίου 13) στις 20:00 μ.μ.
Ομιλητές θα είναι οι:
• Λάζαρος Δεριζιώτης, Επίτιμος Διευθυντής Αρχαιοτήτων
• Μίρκα Παλιούρα, Ιστορικός της Τέχνης
• Γλυκερία Χατζούλη, Επ. Καθηγήτρια της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ
• Αιδεσιμολογιώτατος πρωτοπρεσβύτερος Θωμάς Συνοδινός
• Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Δαμιανός, Έξαρχος του Παναγίου Τάφου εν Ελλάδι